Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Εν Ανθηρώ Έλληνι Λόγω - Νίκος Εγγονόπουλος





Κλειδιά
ή μάλλον
το ειδύλλιον της λιμνοθάλασσας


II


μην κλαις - μην κλαις καλή -
τις μέρες που περάσαν:

η γη σιγά 
και πριν ακόμη ο ήλιος που τόσο αγαπάμε σβήση
- και δεν σκοπεύει πια για μας να ξαναβγή -
θα σε πάρω
- για να προχωρήσουμε -
απ' το λεπτό χεράκι

βλέπεις εκείνο το μνημείο
εκεί πέρα
θ' ανοίξουμε την πόρτα
και θα μπούμε:
εκεί θα σε πάρω αγκαλιά
κι αγκαλιασμένοι έτσι μια για πάντα
θα χαθούμε
μες στης Δευτέρας Παρουσίας
τα πολύχρωμα
γυαλιά



Απόσπασμα από τη ποιητική συλλογή του
ΝΙΚΟΥ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΥ, Εν Ανθηρώ Έλληνι Λόγω,
εκδόσεις Ίκαρος (1957)



Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

Απάνθισμα (Τάσου Λειβαδίτη) - επιλογή Γιώργος Δουατζής





Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας (1952)


δωσ' μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.

Σ' όλους τους τοίχους απόψε ντουφεκίζεται η ζωή.

Ανάμεσά μας ρίχναν οι άνθρωποι το μεγάλον ίσκιο τους.
Τί θ' απογίνουμε, αγαπημένη;

μια φέτα ψωμί που δε θα τη μοιραζόμαστε πως να την αγγίξω;

Πώς θ' άνοιγα μια πόρτα όταν δε θα 'τανε για να σε συναντήσω
πως να διαβώ ένα κατώφλι αφού δε θα 'ναι για να σε βρω;

Ήταν σα να 'χε πεθάνει κι η τελευταία ανάμνηση πάνω στη γη.

Που είναι λοιπόν ένα χαμόγελο να μας βεβαιώσει πως υπάρχουμε

ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι
και να σφίγγει το δικό σου χέρι.
Κι ήταν σα να 'χε γεννηθεί η πρώτη ελπίδα πάνω στη γη.

έτσι λέει ο Ηλίας: "εγώ θα βρω τον τρόπο να παίζω φυσαρμόνικα"
κι ας του 'χουν κόψει και τα δυο του χέρια.

Κι έτσι κάθε βράδυ η λάμπα έσβηνε τη μέρα μας.

Κι όταν ήτανε να πεθάνουμε αυτοί μας μίλησαν για τη ζωή.
Τότε κι εμείς μπορέσαμε να πεθάνουμε.

Σ' έβρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.

Γιατί πριν μπεις ακόμη στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα ονειρά μου
αγαπημένη μου.

Μα και τι να πει κανείς
όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου
τόσο μεγάλα.

Ύστερα ερχόταν η βροχή. Μα έγραφα σ' όλα τα χνωτισμένα 
τζάμια τ' όνομά σου
κι έτσι είχε ξαστεριά στην κάμαρά μας. Κράταγα τα χέρια σου
κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.

Τα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα, στο στόμα σου
ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη

Όλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο, αγάπη μου
τότε
που μου χαμογελούσες.

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.

Ήξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη 
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Το παιδί μας, Μαρία, θα πρέπει να μοιάζει μ' όλους τους
ανθρώπους
που δικαιώνουν τη ζωή.

Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε
φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε
φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι
του παιδιού μας
φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν ν' αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα
Και τότε
όλα τα βράδια κι όλα τ' άστρα κι όλα τα τραγούδια
θα 'ναι δικά μας.

Θα 'θελα να φωνάξω τ' όνομά σου, αγάπη, μ' όλη μου τη δύναμη..

Να το φωνάξω τόσο δυνατά 
που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο
καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει.

Αφού κάθε στιγμή οι άνθρωποι θα μας βρίσκουν
στο ήρεμο ψωμί,
στα δίκαια χέρια,
στην αιώνια ελπίδα,
πως θα μπορούσαμε, αγαπημένη μου,
να 'χουμε πεθάνει..



ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ,
Απάνθισμα (Τάσου Λειβαδίτη), 
επιλογή Γιώργος Δουατζής,
εκδόσεις Κέδρος (1997)